Σαν σήμερα χάθηκε με τραγικό τρόπο ο νεαρός Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος. Δεκαπέντε χρονών μόνο, στάθηκε απέναντι στο πιστόλι του παραλογισμού της εξουσίας, που στην συγκεκριμένη περίπτωση αντιπροσωπεύεται από αυτόν τον υπάνθρωπο που λέγεται Κορκωνέας και δέχτηκε μια σφαίρα στην καρδιά.
Η ζωή του μικρού Αλέξανδρου χάθηκε και μαζί της χάθηκε και η δική μας αξιοπρέπεια. Γιατί ξεκινώντας από εκείνη την ημέρα και φτάνοντας μέχρι σήμερα, ο παραλογισμός της εξουσίας κατάφερε να βυθίσει ένα ολόκληρο περήφανο λαό στην μιζέρια της εξάρτησης, την ταπείνωση, το σκοτεινό τούνελ της απελπισίας.
Φτάσαμε στο σημείο εμείς οι ίδιοι να σκοτώνουμε τα παιδιά μας. Φτάσαμε στο σημείο εμείς οι ίδιοι να σκοτώνουμε τον εαυτό μας και το μέλλον μας. Ο Κορκωνέας σημάδεψε την καρδιά ενός ολόκληρου λαού και πέτυχε τον στόχο του. Πεθάναμε και συνεχίζουμε να είμαστε νεκροί κάτω από το βάρος ενός συστήματος εξουσίας που μας κατηγορεί –όχι άδικα ίσως- ότι μαζί τα κάναμε και τα φάγαμε και φτάσαμε μέχρι εδώ. Το δίκιο είναι ότι εδώ υπάρχει ένα δίκιο. Η εξουσία είμαστε εμείς και ο παραλογισμός μας ως λαός και ως εξουσία έχει ξεπεράσει κάθε όριο.
Το τι έγινε μετά είναι σε όλους γνωστό. Τα ίδια μας τα παιδιά βγήκαν στο δρόμο. Η νεολαία –όπως κάποτε παλαιότερα εμείς οι ίδιοι- φώναξε με τον δικό της τρόπο –όπως κάποτε παλαιότερα εμείς οι ίδιοι- το γνωστό πλην όμως πάντα επίκαιρο «τι συμβαίνει επί τέλους σ’ αυτό τον τόπο, που πάμε;». Και εμείς, η εξουσία μας, η δημοκρατία μας, μιλάγαμε για καταστροφές, για μαγαζάτορες, περιουσίες και για «ατυχή» γεγονότα. Και το ακόμα πιο τραγικό, που μάθαμε πρόσφατα; Μιλάγαμε για επιβολή του στρατιωτικού νόμου! Τι γελοίοι που είμαστε αλήθεια!
Αντί να κοιτάξουμε ποιος και τι φταίει, που πάμε αλήθεια, σε ποια εικονική πραγματικότητα ζούμε, προσπαθήσαμε ως σύστημα να τα κουκουλώσουμε, να στρέψουμε (με τα δικά μας τηλεοπτικά μέσα) τα φώτα σε άλλα σημεία αυτά των παράπλευρων απωλειών, να σώσουμε παντί τρόπο, ακόμα και με την χρήση του στρατού (sic!!!), το σύστημα της κατ’ επίφασην δημοκρατίας μας. Και αν δεν υπήρχε εκείνο το βίντεο που τράβηξε η κοπελιά από το μπαλκόνι της, θα τα είχαμε καταφέρει. Και τον Κορωνέα θα είχαμε βγάλει αθώο και τους γνωστούς άγνωστους θα είχαμε καταστείλει και όλα μέλι γάλα. Και αν δεν υπήρχε εκείνος ο κόσμος που βγήκε μαζί με τα παιδιά στο δρόμο το «ατυχές» γεγονός θα είχε θαφτεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Όπως παλιά!
Ο κόσμος –γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι- που βγήκε στο δρόμο μαζί με τα παιδιά του άλλαξε την πορεία των πραγμάτων. Ο κόσμος αυτός στάθηκε απέναντι στο σύστημα του και κοντραρίστηκε μαζί του για περίπου ένα μήνα. Απαίτησε απαντήσεις και ταρακούνησε συθέμελα την εξουσία. Εκβίασε τις μετέπειτα εξελίξεις. Έβαλε το μαχαίρι μέχρι το κόκαλο για να αποκαλυφθεί η πικρή σημερινή αλήθεια που την πληρώνουμε όλοι. Η εξουσία απεκάλυψε το πραγματικό της πρόσωπο. Ακόμα και σε τοπικό επίπεδο. Γιατί ποιος μπορεί να ξεχάσει τον δήμαρχο να τρέχει αλλόφρων ανάμεσα στα Περιβολάκια και το σχολείο και να κυνηγάει παιδιά; Ποιος δεν θυμάται τον αντιδήμαρχο πολιτισμού να φωνάζει «Κορίνθιοι δέκα κωλόπαιδα είναι, ελάτε να τα σπάσουμε στο ξύλο»(!) την ίδια στιγμή που ο πρόεδρος του κόμματος από το οποίο προέρχονται έπαιρνε μέρος μαζί με άλλα παιδιά και γονείς σε ειρηνικές πορείες και διαδηλώσεις;
Ο κόσμος έμαθε ότι το σύστημα και η εξουσία δεν έχουν χρώμα. Και πολέμησε και σιχάθηκε. Απέστρεψε το πρόσωπό του και απέχει, με την δυνατή φωνή της σιωπής. Είναι ο κόσμος του «κανένας από τους δύο».
Ο θάνατος του γελαστού παιδιού, του Αλέξη, ήταν η σπίθα. Η φωτιά άναψε. Η φλόγα έσβησε μεν αλλά η φωτιά παραμένει και καίει όσο δεν υπάρχει ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Όχι ίσως για εμάς αλλά για τα παιδιά μας. Τους δικούς μας Αλέξανδρους!
Οι Απέναντι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου