25/5/12

H Μία.... στο γάμο της χρονιάς.

Εγώ και τα γοβάκια μου χαντ μέηντ από τον Κριστιάν Λουμπούτιν, δώρο του ξάδερφου


Μωράκια μου γεια σας,

Θα σκάσω αν δεν σας τα πω. Όχι τίποτα άλλο αλλά γιατί μέσα σ’ αυτή την μαυρίλα και την καταχνιά, πρέπει να σας κάνω να χαμογελάσετε λιγάκι. Μωράκια μου, ανακάλυψα πως το κορινθιακό λάιφ στάιλ, ζει! Ναι μωρά μου ζει! Ίδιο και απαράλλακτο όπως παλιά. Όπως το ξέραμε και το χαιρόμαστε τις παλιές καλές μέρες. Ρε ίδιο σας λέω, καταίδιο. Και εξηγούμαι. 

Λοιπόν, το περασμένο ΣΚ ήμουνα καλεσμένη σε έναν πλούσιο γάμο. Λεφτάς πολύ ο γαμπρός ήθελε ο γάμος « να μην υπάρχει» που λέμε.

Η Μία σας δεν πάει σε όποιον και όποιον γάμο αλλά σε ένα τέτοιο γάμο, πώς να μην πάω; Στολίστηκα λοιπόν και εγώ με τις οργάντζες μου, τα κολιέ μου και τα ροζ γοβάκια μου – είχα και ένα φόβο μην εμφανιστεί η Κάθριν με τα ίδια αλλά τον ξεπέρασα- ένα τσαντάκι  ιμιτασιόν Bulgari  που ούτε που του φαινότανε  και συνόδεψα τον Περικλή τον ξάδελφο μου που έχει τριαξονικό, αλλά είναι πολύ λεφτάς , στο γάμο του καλοκαιριού αν όχι της χρονιάς. Α, το μαλλί το είχα σε μπούκλες με ροζ άνθη αζαλέας, ξανθό, αεράτο, κυματιστό.

Στη  Βόχα ο γάμος- δεν θα σας κουράσω με το μυστήριο- έρεε το χρήμα και η πολυτέλεια παντού. Τι νυφικό, τι στέφανα, τι στολισμός, τι καλεσμένοι!

Όλη η καλή κοινωνία σας λέω. Δεν θα σας πω ποιους, θα σας δώσω όμως τους τίτλους τους, αυτούς που θα είχαν σε ένα Ανεξάρτητο Αριστοκρατικό Δεσποτάτο της Ανατολικής Κορινθίας. Παρόντες ήταν. Ο δούκας Σολωμού, ο κόμης Ζευγολατιού, ο αρχιδούκας Αγιαννιώτικων, ο πρέσβης του  Μαψού με τη συνοδεία τους και τα ωραία τους. Άρχοντες κανονικοί και άλλοι λίγο μικρότεροι αλλά, πάντα, άρχοντες.

Η  δεξίωση μετά το μυστήριο, έγινε σε μαγαζί της παραλίας, Μπαλτάζαρ ή κάτι παρόμοιο νομίζω, με τις καλύτερες γεύσεις παραγγελιά των ευγενών αυτών κυρίων.

Σολωμός, χαβιάρι, καναπεδάκια με προσιούτο και ουρές νεαρής καραβίδας, ραπανάκια σε ντιζάιν για την όρεξη, ντιπ, βολ ο βαν, μέχρι φουά γκρα  και αυγοτάραχο Μεσολογγίου για  ορεκτικό. Τα κυρίως πιάτα- ολόκληρες πιατέλες δηλαδή- είχαν αντιλόπη από την Κένυα, ζαρκάδι Βουλγαρίας, αγριογούρουνο Ροδόπης, πάπια με πορτοκάλι από το Πεκίνο κατ’ ευθείαν, μόνο αρκούδα από τον Αρκτούρο δεν υπήρχε διότι, όπως μας είπαν , το είχε απαγορεύσει ο Μπουτάρης που δεν χωνεύει και πολύ τους ευγενείς της Νότιας Πελοποννήσου.

Τέτοιο τραπέζι μωρά μου είχα να δω από το από το 2008 που είχα πάει σε ένα άλλο γκλάμουρ γάμο. Ας μη πω ποιού γιατί οι μέρες είναι δύσκολες.

 Α, για τα κρασιά και απεριτίφ, τι να σας πω. Μου έφυγε το μυαλό. Από τη Γαλλία και την Καλιφόρνια έγραφε το ταμπελάκι. Τα κοκτέιλ ήταν πολύχρωμα σαν βεγγαλικά. Τώρα που είπα βεγγαλικά, βρε έγινε η μέρα νύχτα από το βεγγαλικό και πολύ φοβήθηκα μην πέσει καμιά σπίθα πάνω στην οργαντίνα και καώ σαν τη λαμπάδα της Λαμπρής.

Και τώρα στα ποιο προσωπικά μου. Εγώ, ήμουν μια κούκλα. Δεν το συζητώ. Και ως ήταν φυσικό άρχισαν να με φλερτάρουν όλοι, μα όλοι, οι άρχοντες. Ο κάθε ένας με τον τρόπο του και το δικό του ιδιαίτερο στάιλ.

Ο ένας φορούσε κόκκινο παντελόνι και πουκάμισο αμπιγιέ με λαμέ δάκρυα, λίγο καραφλός  αλλά γλεντζές και πλούσιος βρε παιδί μου-ιδιοκτήτης αλυσίδας ζαχαροτάδε (μη καρφωνόμαστε). Με τα ρολόγια του τα χρυσά και ένα πούρο ίσα με ένα μεγάλο καρότο. Τέτοιο δεν είχα ξαναδεί.

Ο άλλος  συμπαθητικούλης φωνακλάς με μεταξωτό διάφανο παρακαλώ πουκάμισο. Ένα φουλάρι σαν εκείνα του Ψινάκη και μαλλί παρόμοιο, το πούρο και το ποτήρι δεν το άφησε από τα χέρια του και όλο μου ερχόταν δίπλα να χορέψουμε. Μου είπαν ότι και αυτός είχε μια αλυσίδα από καταστήματα αλλά δεν θυμάμαι τι αλυσίδα. Όχι πάντως την ΦαΚΑΝτόρο. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν που με κάλεσε σε μια θαλαμηγό που έχει λέει στο λιμάνι αραγμένη έτοιμη να σκίσει τα κύματα για χάρη μου, αλλά και πάλι άτυχη εγώ που άμα σκέφτομαι θάλασσα παθαίνω αυτόματα ναυτία.

Αμ, ο τρίτος και ο τέταρτος –οι πιο κοντοί- ντυμένοι στα λευκά με τις ροζ και λαχανί γραβάτες,  έπιναν και ξανάπιναν,  χόρευαν και ξαναχόρευαν και να τσαλίμια και να τσιφτετέλια και να σημαδάκι μελανό, τι να σας λέω τώρα. Μπαμ έκαναν.

Και πάνω που ήμουνα στα χάϊ μου που λέτε, ακούω μία όνομα και μη χωριό να λέει στη διπλανή της, «… δεν αντέχω άλλο  να βλέπω τόσους πλούσιους και ευγενείς μαζεμένους  να καταβροχθίζουν τα ακριβά  ενώ ο λαός πεινάει..» Για μια στιγμή σοκαρίστηκα. Για μια στιγμή μόνο, μωρά μου γιατί η άλλη, όνομα και αυτή και μη χωριό, της απάντησε. «Βρε κουτό, η ζωή είναι μία. Κοίτα όλους αυτούς. Όλοι αυτοί οι άρχοντες κάνανε τα κουμάντα τους και τα κονέ, τους  σωστούς φίλους, ψήφισαν τα σωστά πρόσωπα, πήραν τα σωστά δάνεια και τις σωστές δουλειές και δεν νοιάζονται για τίποτα.. Ποιά χώρα και ποια κρίση, κουκλί, βλέπεις  αυτά δεν τους αγγίζουν.»

Σωστό, σκέφτηκα, πολύ σωστό και διόρθωσα το διακριτικό μου μακιγιάζ. Έφτιαξα και το μαλλί μου και σκέφτηκα. Κρίση ξεκρίση εμείς στην Κορινθία, …σαλπάρουμε, …βολτάρουμε …σπινάρουμε και γουστάρουμε, βρε κουτά. «Αμ πως!» που έλεγε και ο Χατζηχρήστος.

Η Μία σας, από τους Απέναντι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails